Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα;
Ανίκανοι να διδαχτούν από τις καταστροφικές συνέπειες της πολιτικής τους
Στους πρώτους μήνες του 1934, πριν από 77 χρόνια, ο Παντελής Πουλιόπουλος, άρχισε να γράφει το βιβλίο: «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα;» Βιβλίο που αποτέλεσε την προγραμματική βάση της Μαρξιστικής Επαναστατικής Αριστεράς στη χώρα μας. Με τη μέθοδο της επιστημονικής μαρξιστικής ανάλυσης, ο πρώτος Γενικός Γραμματέας του Κ.Κ.Ε. (1924-27) αντέκρουσε και εκμηδένισε τις εθνικορεφορμιστικές αποφάσεις της περιβόητης 6ης Ολομέλειας (Γενάρη 1934) της διορισμένης απ’ την Κομιντέρν σταλινικής Κ.Ε. του ιστορικού κόμματος της εργατικής τάξης. Αποδείχνοντας και προειδοποιώντας ότι οι αναθεωρητικές, αντιμαρξιστικές, αποφάσεις αυτής της γραφειοκρατικής ολομέλειας, θα είχαν ολέθριες συνέπειες πάνω στο εργατικό και το κομμουνιστικό μας κίνημα. Πρόβλεπε δηλαδή ο Π. Πουλιόπουλος και η Μαρξιστική Αριστερά ότι η σταλινική εθνικορεφορμιστική στρατηγική της αστικοδημοκρατικής ολοκλήρωσης, θα οδηγούσε σ’ αυτές ακριβώς τις ήττες και τις καταστροφές που έζησε το επαναστατικό μας κίνημα από τότε ως τα σήμερα! Κι όμως (ακόμα και μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ) η ηγεσία του σημερινού αποδεκατισμένου Κ.Κ.Ε., αποδείχνεται ανίκανη να διδαχτεί από τα γεγονότα. Και συνεχίζει να ακολουθεί την ίδια καταστροφική εθνικορεφορμιστική σρατηγική του σταλινισμού. Κι αντί για το πρόγραμμα της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης, προτείνει και πάλι ν’ ακολουθήσουμε τον αδιέξοδο δρόμο της μικροαστικής λαϊκοδημοκρατικής συμφοράς, που τον ονομάζει «λαϊκή εξουσία –λαϊκή οικονομία». Ωστόσο, η κρίση και η αποσύνθεση του παρακμασμένου παγκόσμιου καπιταλισμού, επιβεβαιώνουν καθημερινά την ορθότητα του μεταβατικού προγράμματος της Μαρξιστικής Αριστεράς. Και υποδείχνουν την επιταχτική ανάγκη της πάλης των κομμουνιστών για την εργατική δημοκρατία και τον σοσιαλισμό, για την επαναστατική σοβιετική διχτατορία του προλεταριάτου, που θα γκρεμίσει για πάντα τη διχτατορία της καπιταλιστικής ολιγαρχίας, στη χώρα μας και παγκόσμια. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος που οδηγεί στη νίκη της εργατικής τάξης και του εκμεταλλευόμενου λαού! Όπως το απέδειξαν οι ηγέτες της ρώσικης προλεταριακής επανάστασης τον Οχτώβρη του 1917, οι θεμελιωτές της Κομμουνιστικής (3ης) Διεθνούς, ο Λένιν και ο Τρότσκι! Κι όπως το έκανε καταφάνερο, στη χώρα μας, ο πρώτος Γενικός Γραμματέας του Κ.Κ.Ε., ο φωτισμένος εκείνος μαρξιστής ηγέτης, ο Παντελής Πουλιόπουλος, που έδοσε ολόκληρη τη ζωή του για τη νίκη της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού.
“Ι. ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΣ
Οι αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας πάνω στο «χαραχτήρα και τις κινητήριες δυνάμεις της επικείμενης επανάστασης» στην Ελλάδα, «για πρώτη φορά», καθώς λένε, μέσα στην 15χρονη ιστορία του Κόμματος, χαράζουνε μιά νέα στρατηγική προγραμματική αρχή, ριζικά αντίθετη με ό,τι ίσαμε τώρα δεχότανε το Κόμμα για πρόγραμά του: Η επανάσταση που θ’ ανατρέψει την εξουσία των καπιταλιστών στην Ελλάδα δε θα είναι πιά η πρελεταριακή, παρά θα είναι μιά άλλη, «αστικοδημοκρατική», και η νέα εξουσία που θα δημιουργήσει η επανάσταση αυτή δε θα είναι η διχτατορία της εργατικής τάξης, παρά θα είναι μιά κάποια «δημοκρατική διχτατορία», που δε θα την ασκήσει η εργατική τάξη μονάχη της, παρά μαζί και μοιρασμένα με τους «φτωχομεσαίους» χωρικούς.
Αυτό θα είναι ένα ενδιάμεσο πολιτικό και οικονομικό καθεστώς, που θα τον περάσουμε αναπότρεπτα ώσπου νάρθει «λίγο ή πολύ γρήγορα» η διχτατορία του προλεταριάτου. Και το νέο αυτό μιχτό «εργατοαγροτικό» καθεστώς δε θα εφαρμόσει μέτρα σοσιαλιστικής κοινωνικής επανάστασης, παρά θα περιορίζεται μονάχα να συμπληρώνει τον ατέλειωτο ακόμα από την αντιδραστική μπουρζουαζία αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό της χώρας, ώσπου να ωριμάσουν έτσι – πάντα «λίγο ή πολύ γρήγορα» – οι «προϋποθέσεις» για την έναρξη της σοσιαλιστικής μετατροπής και στη χώρα μας. («Ριζοσπάστης», 21, 24, 25, 26 Γενάρη 1934).
Μιά τέτοια κολοσιαίας σημασίας αλλαγή, που οι συνέπειές της θίγουνε το σύνολο της πραχτικής δράσης του Κόμματος σαν ταξικού κόμματος του προλεταριάτου, αναγγέλθηκε στις 21 του Γενάρη 1934 αιφνιδιαστικά, σαν αναπάντεχη είδηση για κάποιο παράδοξο γεγονός, δίχως το Κόμμα ούτε σε συνέδριοό του, ούτε στη βάση του, όχι να συζητήσει, να διαφωτιστεί και να πειστεί για την ορθότητά της, μα ούτε καν να υποψιάζεται από πριν πως υπάρχει ένα τέτοιο ζήτημα. Οι τοποθετημένοι από τα πάνω υπάλληλοι της σταλινικής γραφειοκρατίας, που ποτέ δεν εκλέχτηκαν, ούτε λογοδοτήσανε στο Κόμμα, βγάλανε μέσα σε μιά συνάθροισή τους (δήθεν 6η Ολομέλεια) το νέο «διάταγμα», και ύστερα κάλεσαν από τη μιά μεριά τα τοποθετημένα από τους ίδιους πάλι πρόσωπα του τοπικοόυ μηχανισμού τους να στείλουνε στο «Ριζοσπάστη» τις συνηθισμένες «παμψηφεί» εγκρίσεις των «αχτίβ», κι από την άλλη μεριά τα εμβρόντητα μέλη να πειθαρχήσουνε στη «γενική γραμμή» και να καταδικάσουνε «παμψηφεί» ως «αντεπαναστάτη πράχτορα του τροτσκισμού» κάθε «ασεβούντα» προς το αλάθητο της «καθοδήγησηε», όμοια όπως αυτή έκανε με το μέλος της Ασημίδη. Φαίνεται μόνο πως το πράμα δεν είναι και τόσο εύκολο τούτη τη φορά, γιατί, καθώς ο ίδιος ο εισηγητής μας το λέει, η απόφασή του «για μέλη είναι βουνό»! («Ριζοσπάστης» 26-1-34).
Κάθε στοχαστικός επαναστάτης που παρακολούθησε οπωσδήποτε την εξέλιξη στη Διεθνή ύστερ’ από το Λένιν και θυμάται με πόση προσοχή στον καιρό τους τα Κομμουνιστικά Κόμματα θέτανε από πριν σε όλα τα μέλη τους για συζήτηση και έγκριση όχι μονάχα τις στρατηγικές στροφές, μα ακόμα και κάθε ουσιώδη ταχτική στροφή, έτσι που όλο το Κόμμα, διαφωτισμένο και πεισμένο για την ορθότητά της, να την εφαρμόσει ενσυνείδητα, με πραγματική κομμουνιστική πειθαρχία, αυτός δε μπορεί παρά να δει στη λεγόμενη 6η Ολομέλεια το αποκορύφωμα της γραφειοκρατικής εξαχρείωσης.
Ο οργανωτικός εκφυλισμός της Κομμουνιστικής Διεθνούς από τη σταλινική ομάδα που επικρατούσε ύστερ’ από το Λένιν, εκδηλώθηκε με την ολοκληρωτική κατάργηση του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού, που είναι θεμελιακή αρχή για την οργάνωση ενός κομμουνιστικού κόμματος. «Το δημοκρατικό συγκεντρωατικό σύστημα προέρχεται από τη σύνθεση της προλεταριακής συγκεντρωτικότητας και της προλεταριακής δημοκρατικότητας. Συγκέντρωση μέσα στο Κ.Κ. είναι συγκέντρωση πολιτικής δράσης, όχι συγκέντρωση κυριαρχίας και εξουσίας. Το δυϊσμό γραφειοκρατίας και «λαού»…, την υποδιαίρεση από τη μιά μεριά σε υπάλληλους που παίζουνε τον ενεργητικό ρόλο και από την άλλη στους διοικούμενους που βρίσκονται σε παθητική κατάσταση, τις τάσεις αυτές που το επαναστατικό κίνημα τις κληρονόμησε αναγκαστικά από το αστικό περιγάλλον…, το Κ.Κ. πρέπει να τις υπερνικήσει… με μια συστηματική πολιτική και οργανωτική εργασίς». (Απόφαση 2ου Παγκόσμιου Συνέδριου Κ.Δ., συνταγμένη από τον ίδιο τον Λένιν). Η «πιό αποφασιστική πάλη ενάντια στο γραφειοκρατισμό» μπήκε με πρόταση του Λένιν στο πρόγραμμα του Κ.Κ. Ρωσσίας σαν ένα «απόλυτα επιταχτικό καθήκον… γιατί ο γραφειοκρατισμός είναι συνδεδεμένος με το μικροαστικό χάος, με την αποσυνθετική του επίδραση». Σήμερα η σταλινική ομάδα, χρησιμοποιώντας τις μέθοδες της παλιότερης ρωμέικης φαυλοκρατίας, χαρακτηρίζει για «αντεπαναστατική» κάθε πάλη των κομμουνιστών ενάντια στο γραφειοκρατισμό γενικά. Κάθε πολιτική διαφωνία, που αναπόφευγα ξεσπάει μέσα στο Κόμμα, την πνίγει με μηχανικά μέτρα, διαγραφές από την οργάνωση, και με την πολιτική συκοφαντία. Κι αυτά, στο όνομα του Λένιν, που ωστόσο δεν κουραζότανε να φωνάζει: «Είναι ανάγκη όλα τα μέλη του Κόμματος με απόλυτη ψυχραιμία και με την πιο μεγάλη ευθύτητα, να καταπιάνονται κάθε φορά και να μελετούνε: πρώτα την ουσία των διαφωνιών και ύστερα την εξέλιξη της ενδοκομματικής πάλης. Πρέπει και τα δύο να τα μελετούνε και ν’ απαιτούνε ακριβέστατα ντοκουμέντα για τις διάφορες γνώμες, που πρέπει να τυπώνονται και να συζητιούνται από όλες τις πλευρές». (Λένιν, ΄Απαντα α. Τόμος 18, μέρ. 1, σ. 29).
Η κεντριστική ομάδα σκεπάζει την ποδοπάτηση των οργανωτικών αυτών αρχών βάζοντας μπρος στα πολιτικά αιδαπαιδαγώγητα μέλη το δίλημμα: ΄Εχουμε καιρό για συζήτηση σε τόσο κρίσιμες στιγμές πάλης; Η μαρξιστική Αριστερά ποτέ δεν υποστήριζε να συζητήσουμε αντί ν’ αγωνιστούμε. Η πάλη με τον ταξικό εχθρό, ενάντια στην τρομοκρατία και στις φασιστικές επιθέσεις του κεφαλαίου, πρέπει να διεξαχτεί ταυτόχρονα με την ιδεολογική πάλη μέσα στην επαναστατική πρωτοπορία και στο Κόμμα για τη σωστή γραμμή, για τη διόρθωση των καταστρεφτικών σφαλμάτων που κάνουν άκαρπη την πάλη με την εχθρική τάξη. Μόνο εκείνοι που στην πολιτική συζήτηση θα φέρουνε τις αμφιβολίες τους, όσοι εκεί θα χαλυβδωθούνε πολιτικά, εκείνου μόνο θα μπορέσουν έξω, στην πάλη με τον εχθρό, να φέρουν αποτέλεσμα, εκείνοι μόνο πάνω στον καθημερινό ταξικό αγώνα θα καταχτήσουνε με την πνευματική τους πάλη και την επιχειρηματολογία τους τη συνείδηση του καθυστερημένου εργάτη, του επηρεασμένου από τους αστούς, τους εργατοκάπηλους και τους ρεφορμιστές, και θα τόνε φέρουνε στον κομμουνισμό. ΄Οταν ο γερμανικός ιμπεριαλισμός άπλωνε το σιδερένιο τακούνι του στο 1918 για να συντρίψει τη Σοβιετική Ρωσία που είχε καταρρεύσει στρατιωτικά, όταν υπαγόρευε την άτιμη συνθήκη του Μπρέστ Λιτόφσκ, τότε μέσα στο Μπολσεβίκικο Κόμμα ξέσπασε μιά τεράστια πάλη. Να δεχτούν ή ν’ αποκρούσουνε την άτιμη συνθήκη; Ο Λένιν έλεγε: Πρέπει να κερδίσουμε καιρό, η γερμανική επανάνσταση θα μας βοηθήσει. Ο Μπουχάριν και ο Ράντεκ φωνάζανε: ο οππορτουνιστής Λένιν θέλει να υπογράψει μιά άτιμη συνθήκη. Κρινότανε η ζωή ή ο θάνατος της Επανάστασης. Και όμως ο Λένιν με τη συζήτηση έπεισε το Κόμμα, δεν έπνιξε μηχανικά την Αντιπολίτευση, μ’ όλο που αυτή τότε άρχισε να παίζει και με την ιδέα της σύλληψης του Λένιν.”