Αποτελέσματα των Εκλογών της 20-9-2015

Αποτελέσματα εκλογών

20 Σεπτεμβρίου 2015

 

Η αστική καθεστωτική κρίση βαθαίνει

Οι απατηλές ψευδαισθήσεις παραμένουν

 

Οι εκλογές της 20ης Σεπτέμβρη 2015, που η προκήρυξή τους φάνηκε σαν ένας πολιτικός ελιγμός του Τσίπρα, στην ουσία σηματοδότησαν, για μια φορά ακόμα, την πολύχρονη αδυναμία του αστικού καθεστώτος ν’ αποκτήσει μια «σταθερή» κυβέρνηση έστω και μιας τετραετίας.

Στα αποτελέσματα και αυτών των εκλογών, καταγράφηκαν οι ίδιες πολιτικές τάσεις που διαπερνούν τις εξελίξεις στη χώρα και φανερώθηκαν στις δύο προηγούμενες αναμετρήσεις, του Γενάρη (εθνικές εκλογές) και του Ιούλη 2015 (δημοψήφισμα). Οι αδιαμφισβήτητες βαριές πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες που έχει η βαθιά καπιταλιστική κρίση, πάνω…

Διαβάστε την Συνέχεια…


Οι Επίσημοι Πίνακες των εκλογικών αποτελεσμάτων από το Υπ. Εσωτερικών

 


 

 

 

 

Αποτελέσματα εκλογών

20 Σεπτεμβρίου 2015

 

Η αστική καθεστωτική κρίση βαθαίνει

Οι απατηλές ψευδαισθήσεις παραμένουν

 

Οι εκλογές της 20ης Σεπτέμβρη 2015, που η προκήρυξή τους φάνηκε σαν ένας πολιτικός ελιγμός του Τσίπρα, στην ουσία σηματοδότησαν για μια φορά ακόμα την πολύχρονη αδυναμία του αστικού καθεστώτος ν’ αποκτήσει μια «σταθερή» κυβέρνηση έστω και μιας τετραετίας.

Στα αποτελέσματα και αυτών των εκλογών, καταγράφηκαν οι ίδιες πολιτικές τάσεις που διαπερνούν τις εξελίξεις στη χώρα και φανερώθηκαν στις δύο προηγούμενες αναμετρήσεις, του Γενάρη(εθνικές εκλογές) και του Ιούλη 2015 (δημοψήφισμα).  Οι αδιαμφισβήτητες βαριές πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες που έχει η βαθιά καπιταλιστική κρίση, πάνω (α) στις αναζητήσεις, τις ψευδαισθήσεις, τις προτιμήσεις και τους προσανατολισμούς της εργατικής τάξης και των άλλων εκμεταλλευομένων μαζών, όπως αυτές εκδηλώνονται, με παραμορφωμένο τρόπο, μέσα από την εκλογική συμπεριφορά τους, και (β) στο ίδιο το καθεστώς της πολιτικής διακυβέρνησης του εκμεταλλευτικού αστικού συστήματος, με την αποδιάρθρωση, την αστάθεια και το βαθύ αδιέξοδο στο οποίο βυθίζεται όλο και περισσότερο.

 

Η σημασία των αποτελεσμάτων

 

Συντριπτική νίκη της …Αποχής


1. Το πρώτο κυρίαρχο στοιχείο των εκλογικών αποτελεσμάτων του Σεπτέμβρη 2015 είναι το μέγεθος της αποχής. Ανέβηκε στο τεράστιο ποσοστό του 43,43% (4.274.230 άτομα). Ένα μέγεθος με καθαρή πολιτική σημασία αφού αποτυπώνει μια ποικιλόμορφη έκφραση δυσαρέσκειας, αγανάκτησης και μαζικής απώλειας κάθε εμπιστοσύνης στις εκλογικές διαδικασίες της κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» και στα κόμματα που συμμετέχουν σ’ αυτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις εκλογές του 2009 μέχρι τις τελευταίες εκλογές του 2015, (χρονιές της άγριας αντεργατικής επίθεσης των «μνημονίων») η αποχή από τις εκλογές αυξήθηκε κατά 26,56%, και σε απόλυτο αριθμό κατά 1.478.311 άτομα!! Μια διαδικασία που ενδυναμώθηκε από το επτάμηνο τσαλαπάτημα της «ελπίδας» και των ψευδαισθήσεων του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Ο  «σταθερός» καταποντισμός της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ


2. Οι εργατικές και οι υπόλοιπες εκμεταλλευόμενες μάζες συνεχίζουν να καταδικάζουν τα άλλοτε πανίσχυρα, πρώην κυβερνητικά, κόμματα του κεφαλαίου και να τα κρατάνε καταποντισμένα σε χαμηλά ποσοστά και εκτός κυβερνητικής διαχείρισης.. Την μεν ΝΔ  στο 28,10% (από το 27,81% του Γενάρη 2015), χάνοντας 192.489 ψήφους. Το δε ΠΑΣΟΚ στο 6,28% (από το 4,68%), ανεβάζοντας τους ψήφους του κατά 51.908, αφού προστέθηκαν τα ποσοστά και οι ψήφοι του ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ του Γ. Παπανδρέου και της εναπομένουσας ΔΗΜ.ΑΡ. Παρά την σημαντική βοήθεια που τους έδωσαν οι θεαματικές αντιλαϊκές κωλοτούμπες του ΣΥΡΙΖΑ, το μόνο που κατάφεραν ήταν να μην πέσουν ακόμα περισσότερο από τα επίπεδα του Γενάρη 2015. Γεγονός που τους έχει ρίξει σε μια βαθιά εσωτερική κρίση που δύσκολα θα μπορέσουν να την αντιμετωπίσουν χωρίς σοβαρούς κλονισμούς και απώλειες.

 

Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «δεύτερης ευκαιρίας»


3. Ο ΣΥΡΙΖΑ των μικροαστικών αυταπατών και ψευδαισθήσεων, παρά την ραγδαία μεταμόρφωσή του από «αντιμνημονιακό» «εκσυγχρονιστή» σε «μνημονιακό» διαχειριστή του σάπιου αστικού εκμεταλλευτικού καθεστώτος, και την παταγώδη διάψευση των κούφιων «λαϊκών» και δήθεν «ανθρωπιστικών» υποσχέσεών του, αναδείχτηκε ξανά πρώτο κόμμα, με ποσοστό επί των ψηφισάντων 35,46% και με διαφορά 7,36 μονάδες από τον δεύτερο. Χάνοντας μόνο το 0,88% των ποσοστών του αλλά 320.074 ψήφους από τον Γενάρη 2015. Από τις οποίες οι 48.983 πήγαν προς τα άλλα κόμματα και οι υπόλοιπες 271.091 τροφοδότησαν την αγανάκτηση της αποχής.

Ακόμα και σε μαζικές εργατικές περιοχές -όπου τα βάρη της «μνημονιακής» του μεταστροφής, έχουν τις πιο επώδυνες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες- οι απώλειές του ήταν σχετικά μικρές έως μηδαμινές. Για παράδειγμα, στην Β Αθηνών, την μεγαλύτερη εκλογική περιφέρεια της χώρας, με εργατικά και φτωχά λαϊκά στρώματα, έχασε μόνο 1,88% (35,21% του 9/2015 από 37,09% του 1/2015) και 66.352 σε ψήφους. Ενώ στην Β Πειραιώς με τα ίδια ταξικά χαρακτηριστικά, διατήρησε τα ποσοστά του (42,05% από 42,06%) και έχασε μόνο 11.845 ψήφους.

Πολλοί, τυφλωμένοι από κοινοβουλευτικό κρετινισμό, έτρεξαν να διαλαλήσουν την  δήθεν ακατανόητη συμπεριφορά των εργατικών και λαϊκών μαζών και με περιφρόνηση να τους ρίξουν το φταίξιμο για την επανεκλογή αυτών που τις κοροϊδεύουν. Όμως, φορτώνοντας τους εκμεταλλευόμενους με μαζοχιστικές τάσεις, αποδεικνύουν την δική τους αδυναμία να κατανοήσουν τις πραγματικές κοινωνικές διεργασίες που βρίσκονται πίσω από την διαμόρφωση των μαζικών εκλογικών συμπεριφορών.

Οι εργαζόμενοι της χώρας, αντιμέτωποι με την λαίλαπα της καπιταλιστικής κρίσης και της αντεργατικής επίθεσης του κεφαλαίου -που τους έχει καταβροχθίσει το 45% περίπου των μισθών, έχει κατακρεουργήσει τις συντάξεις και έχει λεηλατήσει τα δικαιώματά και τις κοινωνικές παροχές-  εγκατέλειψαν τις προηγούμενες κυβερνητικές αστικές πολιτικές δυνάμεις (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) και συνεχίζουν να τις καταδικάζουν. Στράφηκαν στην υποστήριξη του μικροαστικού ΣΥΡΙΖΑ, ενός φερόμενου ως «αριστερού» κόμματος εναποθέτοντας τις ελπίδες τους στις αστικές «εκσυγχρονιστικές αυταπάτες και ψευδαισθήσεις που αντιπροσωπεύει. Και όπως έδειξαν τα αποτελέσματα του Σεπτέμβρη, επιμένουν σε αυτή την επιλογή ακόμα και μετά την μεγάλη ψυχρολουσία και απογοήτευση που τους προκάλεσε η πρώτη του κυβέρνηση. Με «κρύα καρδιά» και με εμφανείς επιφυλάξεις, το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων που ψήφισαν, έδωσαν ψήφο ανοχής στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, για μια «δεύτερη κυβερνητική ευκαιρία». Μουδιασμένοι και απογοητευμένοι αποδέχτηκαν τις δικαιολογίες της για τους «εκβιασμούς» που της ασκήθηκαν, τις διακηρύξεις της «ενάντια στο παλιό» και τα υπόλοιπα προεκλογικά διλήμματα που πρόβαλε.

Για την διαμόρφωση αυτής της εκλογικής συμπεριφοράς των εργαζομένων συντέλεσαν αποφασιστικά η έλλειψη αξιόπιστης εναλλακτικής εργατικής σοσιαλιστικής λύσης καθώς και η πλήρη αγωνιστική άπνοια, η αποδιοργάνωση και η απογοήτευση, που υπάρχει στις γραμμές του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Η πολυδιάσπαση, η απουσία προγραμματικού προσανατολισμού και ο ασφυκτικός εργατοπατερικός γραφειοκρατικός έλεγχος των οργανώσεών του διαλύει την συνοχή του.Οι καθοριστικοί αυτοί παράγοντες αποτελούν, στην ουσία, την βάση για την εξάπλωση των μικροαστικών αυταπατών και ψευδαισθήσεων μέσα στους εργάτες και τα υπόλοιπα φτωχά στρώματα. Η απογοήτευση που σκορπάει η αναπόφευκτη διάψευση τους προσφέρει «υλικό προς εκμετάλλευση» στον φασιστικό «λαϊκισμό».

 

Η φασιστική απειλή της εγκληματικής «ΧΑ»


4. Η εγκληματική φασιστική «Χρυσή Αυγή», αύξησε κατά 0,71% τα ποσοστά της αλλά οι ψήφοι της μειώθηκαν από τον Γενάρη 15 κατά 8.806. Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα που είχε τον Σεπτέμβρη 15 με αυτά του Μαΐου 2012, (τότε που πρωτοπαρουσίασε μια αύξηση από το 0,29% με 19.624 ψήφους του 2009 στο 6,97% με 440.966 ψήφους), τα εκλογικά της νούμερα παρουσιάζουν μείωση και όχι αύξηση. Συγκεκριμένα, στην περίοδο αυτή, τα ποσοστά της μειώθηκαν κατά 0,02% και οι ψήφοι της κατά 61.385.

Η συνολική εκλογική της πορεία από το 2012 μέχρι σήμερα εμφανίζει την εξής εικόνα: Στις εκλογές του Μαίου  2012: 6,97% με 440.966 ψήφους. Του Ιουνίου 2012: 6,92 με 426.025 ψήφους. Του Γενάρη 2015: 6,28% με 388.447 ψήφους και του Σεπτεμβρίου 2015: 6,99% με 379.581. Δηλαδή, εκτός από το «τίναγμα» του 2012, η εκλογική πορεία της νεοναζιστικής οργάνωσης δεν είναι αυξητική αλλά σταθερή ως προς τα ποσοστά (από 6,27% έως 6,99%) και πτωτική στον απόλυτο αριθμό ψήφων.

Το γεγονός αυτό βέβαια δεν μειώνει στο παραμικρό τον κίνδυνο και την απειλή που αντιπροσωπεύει το εγκληματικό φασιστικό αυτό μόρφωμα για το εργατικό και λαϊκό κίνημα. Αποτελεί καθρέφτισμα της αποσύνθεσης της κεφαλαιοκρατικής «δημοκρατίας» και των εγκληματικών μεθόδων που θα ήθελε να εφαρμόζει σε βάρος των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την στενή αρχική διασύνδεση που είχε η “ΧΑ” με την κυβέρνηση Σαμαρά, όπως και η εγκληματική δράση των ταγμάτων της με τον κρατικό μηχανισμό. Αυτή η σχέση “ΧΑ” και κρατικού μηχανισμού εκδηλώνεται και στα μεγαλύτερα εκλογικά ποσοστά, που εξασφαλίζει μέσα από τα ένοπλα τμήματα του αστικού κράτους και ιδιαίτερα της αστυνομίας.

Από την άλλη, δεν είναι καθόλου τυχαίο που η εγκληματική αυτή νεοναζιστική οργάνωση αναδείχτηκε στο εκλογικό πολιτικό προσκήνιο, –πριμοδοτούμενη από ισχυρά τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου- με την έναρξη της αδυσώπητης  αντεργατικής κεφαλαιοκρατικής επίθεσης των «μνημονίων». Δείχνει ότι μεθοδικά στοχεύει στην συγκέντρωση και αξιοποίηση της κοινωνικής σκόνης και λάσπης, που γεννάει η αυξανόμενη φτώχεια, η ανεργία, η εξαθλίωση και η απελπισία, ενάντια στο εργατικό και λαϊκό κίνημα.

Ωστόσο, η χρόνια παγίωσή της στα ποσοστά αυτά δείχνει ότι η φασιστική αυτή οργάνωση των νεοναζί δεν καταφέρνει να αποτελέσει την βάση για ένα πλατύ μαζικό φασιστικό κίνημα. Παρά το γεγονός ότι η αυξανόμενη κρίση του καπιταλισμού με την όλο και πλατύτερη εξαθλίωση, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία μιας επαναστατικής ηγεσίας του προλεταριάτου (που αποφασιστικά και δυναμικά θα παλεύει για την ανατροπή του καπιταλισμού και θα κερδίζει στην σοσιαλιστική ελπίδα κάθε εκμεταλλευόμενο και εξαθλιωμένο) διαμορφώνει συνθήκες καλλιέργειας μαζικών φασιστικών τάσεων, στις συνθήκες του ελληνικού καπιταλισμού, η αξιοποίηση αυτών των επικίνδυνων αντεργατικών συνθηκών επαφίεται περισσότερο στην αντιδραστική δράση των αντιδραστικών μηχανισμών του αστικού κράτους παρά στην προσμονή ανάπτυξης μαζικών φασιστικών κομμάτων τύπου Χίτλερ και Μουσολίνι. Αυτό επιβεβαιώνει και ολόκληρη η ιστορία της ελληνικής αστικής πολιτικής κυριαρχίας. Κάθε φορά που η κεφαλαιοκρατία χρειάστηκε να τιθασεύσει την αγανάκτηση και την οργή των επαναστατημένων εργατικών μαζών και των εκμεταλλευομένων κατέφυγε σε λύσεις βοναπαρτισμού μέσα από τον κρατικό μηχανισμό.

Ο εγκληματικός ρόλος της νεοναζιστικής «Χρυσής Αυγής» ή άλλων παρόμοιων σχημάτων που ίσως διαδεχθούν μια ενδεχόμενη φθορά της, φαίνεται να συγκεντρώνεται σε εγκληματική αντεργατική δράση των «ταγμάτων» τους για την δημιουργία «κατάλληλων» συνθηκών «αναρχίας» που θα διευκολύνουν την εμφάνιση και την αντεργατική ενεργοποίηση «σωτήρων του έθνους» μέσα από τον κρατικό μηχανισμό. Ρόλος θανάσιμα επικίνδυνος για το εργατικό και λαϊκό κίνημα, το ίδιο επικίνδυνος με την απειλητικά επερχόμενη δράση κάθε είδους κοινοβουλευτικών ή μη «εθνοσωτήρων» βοναπαρτών δικτατορίσκων που καλλιεργούνται συστηματικά στα κοινοβουλευτικά θερμοκήπια της κεφαλαιοκρατικής «δημοκρατίας».

 

Τα παγωμένα χαμηλά ποσοστά του ΚΚΕ και

Η ανάγκη του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου


5. Το ΚΚΕ παρέμεινε ξανά «κολλημένο» στο 5,55%, εμφανίζοντας μια αμελητέα αύξηση 0,08% στα ποσοστά του σε σχέση με τον Γενάρη του 2015 αλλά έχοντας μια απώλεια 36.556 ψήφων. Δυστυχώς, από τον Ιούνη 2012 και μετά (που σε σχέση με τον Μάη 2012 έπεσε από το 8,48% στο 4,50%, χάνοντας 258.878 ψήφους), η εκλογική επιρροή του ΚΚΕ, παρά τις έντονες συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, και σοβαρής καθεστωτικής πολιτικής αστάθειας, που αναπτύχθηκαν τα τελευταία 6 χρόνια (2010-2015), μειώνει αντί να αυξάνει την επιρροή του.

Η ηγεσία του ΚΚΕ, στην ανακοίνωση της Κ.Ε. για τα εκλογικά αποτελέσματα, για άλλη μια φορά αποδίδει αυτή την μειωτική πορεία στη «γενικότερη υποχώρηση του εργατικού λαϊκού κινήματος σε συνθήκες βαθιάς καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης», «στην πίεση της πόλωσης και του ΣΥΡΙΖΑ», «στην αποχή» και στις «εργατικές – λαϊκές δυνάμεις, οι οποίες ενώ τα προηγούμενα χρόνια πάλεψαν εναντίων των αντιλαϊκών μέτρων και των μνημονίων» τώρα ενσωματώθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ και αφοπλίστηκαν απ’ αυτόν και τα «διαφωνούντα παρακλάδια του». Ο μόνος που φέρεται να μην έχει καμιά ευθύνη για την μειωτική πορεία των εκλογικών ποσοστών και της επιρροής του ΚΚΕ είναι η ίδια η ηγεσία του. Φταίνε οι ταξικοί αντίπαλοι και οι ρεφορμιστές, φταίνε οι εργατικές μάζες που τους πιστεύουν αλλά αυτή η ίδια δεν φταίει καθόλου.

Σίγουρα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και τα «διαφωνούντα παρακλάδια» του έκαναν και κάνουν ότι μπορούν για την εξαπάτηση, την υπόσκαψη και τον αφοπλισμό του εργατικού και λαϊκού κινήματος, με αυταπάτες και απατηλές υποσχέσεις, προσφέροντας μέγιστες υπηρεσίες στο εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό καθεστώς και τους μηχανισμούς του που παντοτινά επιδιώκουν το ίδιο με κάθε τρόπο. Και είναι σίγουρο ότι, όλοι αυτοί, θα συνεχίσουν να το κάνουν με αυξανόμενη προσήλωση και σε στενή συνεργασία με τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις του κεφαλαίου.

Όμως, αντίθετα από τους ισχυρισμούς της ηγεσίας του ΚΚΕ, η απελευθέρωση της εργατικής τάξης, από τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις,  δεν καθορίζεται από την δράση των ρεφορμιστών και των άλλων αστικών μηχανισμών των εκμεταλλευτών αλλά κυρίως από την πολιτική και την δράση της κομμουνιστικής πρωτοπορίας.

Αυτό, λοιπόν, που πρέπει να εξηγήσει και να «ερμηνεύσει» η ηγεσία του ΚΚΕ δεν είναι μόνο τι κάνουν και τι δεν κάνουν οι αντίπαλοι του εργατικού κινήματος αλλά τι έκανε και τι θα κάνει η ίδια για να τους αντιμετωπίσει. Τι την εμπόδισε και την εμποδίζει, άραγε, να αντιπαλέψει αποτελεσματικά και αποφασιστικά την ενσωμάτωση των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων στις αυταπάτες αυτές; Γιατί δεν καταφέρνει να κερδίσει την μάζα της τεράστιας αποχής που, όπως αναγνωρίζει και η ίδια, στην ανακοίνωσή της, «σε μεγάλο βαθμό εκφράζει δυσαρέσκεια προς το πολιτικό σύστημα, αίσθημα αγανάκτησης ή και απογοήτευσης σε τμήματα εργαζομένων και νεολαίας»;

Δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι είχε εμπόδια ή φραγμούς για μια τέτοια δράση. Πέρα από κάποιους αντιδραστικούς περιορισμούς που της επέβαλαν τα ΜΜΕ, η ηγεσία του ΚΚΕ, είχε όλες τις ευκαιρίες, τις οργανωτικές δυνατότητες να αναπτύξει τις κατάλληλες εργατικές πολιτικές για να το πετύχει. Γιατί δεν το κάνει;

Δυστυχώς στις «ερμηνείες» της ηγεσίας του ΚΚΕ δεν δίνεται καμιά απάντηση σε τέτοια ερωτήματα. Όχι τυχαία. Θα φαίνονταν καθαρά ότι ο βασικός και κυρίαρχος υπεύθυνος αυτών των αποτελεσμάτων είναι η ίδια η πολιτική της, που, παραμένοντας στο απυρόβλητο, επαναλαμβάνεται, προκαλώντας ξανά και ξανά τα ίδια αποτελέσματα.

Η πολιτική που, σεχταριστικά, περιμένει παθητικά τις εργατικές μάζες να «αλλάξουν» γνώμη και προσανατολισμό μέσα από τις εκλογικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες και να αναγνωρίσουν εκλογικά τη «φιλολαϊκή στάση» του ΚΚΕ. Είναι η θολή και απροσδιόριστη πολιτική της αποκαλούμενης «Λαϊκής Συμμαχίας». Που ενώ διαπερνιέται εξ’  ολοκλήρου από την αυστηρή προσήλωσή της στην κοινοβουλευτική λογική, αρνείται πεισματικά να δώσει στους εργάτες, την νεολαία και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, την αγωνιστική προοπτική για μια Κυβέρνηση Εργατών και φτωχών Αγροτών.

Αφήνει έτσι αναπάντητες τις πολιτικές αναζητήσεις των εργατικών και λαϊκών μαζών για μια λύση στα αδιέξοδα προβλήματα της καπιταλιστικής κρίσης τους προσφέρει βορρά στις δημαγωγικές διαχειριστικές μανούβρες του ΣΥΡΙΖΑ και κάθε άλλης αστικής «δημοκρατικής» απάτης.

Με την πολιτική αυτή, η αυξημένη δράση του ΚΚΕ και των αγωνιστών εργατών του, μέσα στο εργατικό κίνημα και την κοινωνία, καταλήγει να υπηρετεί την «αγωνιστική φιλολαϊκή» κοινοβουλευτική εικόνα για την ανεπιτυχή αύξηση των εκλογικών ψήφων παρά το αντίστροφο. Η πολιτική αυτή βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τους στρατηγικούς προσανατολισμούς της κατάκτησης της εξουσίας από την εργατική τάξη και της σοσιαλιστικής ανατροπής του καπιταλιστικού καθεστώτος, που σωστά αναδεικνύονται από το πρόγραμμα και τις αποφάσεις του 19ου Συνεδρίου του ΚΚΕ.

Η ουσιαστική υλοποίηση αυτών των σοσιαλιστικών εργατικών προσανατολισμών απαιτεί την συσπείρωση και την μαζική δράση της εργατικής τάξης, γύρω απ’ αυτούς. Είναι συνυφασμένη με την πάλη για την ανασυγκρότηση και αναδιοργάνωση του οργανωμένου εργατικού κινήματος και των αγώνων του ενάντια στην αντεργατική επίθεση του κεφαλαίου και ταυτόχρονα, με την καθημερινή, μεθοδική καταπολέμηση των μικροαστικών αυταπατών και ψευδαισθήσεων που δηλητηριάζουν την ταξική συνείδηση των εργατών.

Μια τέτοια πάλη, δεν μπορεί να γίνει με την αποτυχημένη πολιτική της «Λαϊκής Συμμαχίας», στην οποία εμμένει αδιέξοδα η ηγεσία του ΚΚΕ.

Απαιτεί την λενινική πολιτική του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου. Την επιστημονικά επεξεργασμένη και επιβεβαιωμένη από την ιστορία επαναστατική μαρξιστική πολιτική με την οποία η κομμουνιστική πρωτοπορία πρέπει να παλεύει για να αποσπάσει, από την διαλυτική επιρροή του συμβιβαστικού ρεφορμισμού και των αυταπατών του, τις μάζες των παραπλανημένων εργατών και των άλλων εκμεταλλευομένων. Είναι αυτή η πολιτική που δεν περιμένει αν και πότε οι μάζες θα εγκαταλείψουν εκλογικά τις ρεφορμιστικές ηγεσίες που τις εξαπατούν, αλλά μέσα από την πάλη για κοινή δράση απέναντι στις επιθέσεις του κεφαλαίου, οργανώνει τους εργάτες σε κοινό ταξικό μέτωπο πάλης, καλώντας μαζί και τις ηγεσίες τους που δεν έχουν φυσικά καμιά διάθεση ή πρόθεση να κάνουν κάτι τέτοιο, αποκαλύπτοντας στην πράξη το αληθινό τους πρόσωπο.

Η πολιτική για ένα κοινό ταξικό εργατικό μέτωπο από τα κάτω και από τα πάνω, απευθυνόμενο σε κάθε οργάνωση που πραγματικά ή προσχηματικά μιλά για εργατικά και λαϊκά συμφέροντα, είναι και σήμερα ο μοναδικός αποτελεσματικός τρόπος που μπορεί να συσπειρώσει την πολυδιασπασμένη εργατική τάξη σε ενιαίους αγώνες για τα κοινά ταξικά συμφέροντα, ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου και θα αποκαλύψει τον πραγματικό αποπροσανατολιστικό και προδοτικό ρόλο του κάθε «αριστερού» ή όπως αλλιώς αυτοαποκαλείται, δημαγωγού.

Η επιβαλλόμενη συσπείρωση και κοινή δράση της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο, μέσα από το Ενιαίο Ταξικό Μέτωπο Πάλης, αποτελεί την βάση για την ανασυγκρότηση του οργανωμένου εργατικού κινήματος. Και ταυτόχρονα τα θεμέλια για την απαραίτητη ανασυγκρότηση ολόκληρου του κομμουνιστικού κινήματος σε ένα ενιαίο επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα, ηγέτη της εργατικής τάξης, ικανού να οδηγήσει την πάλη της στην κατάκτηση της εξουσίας, σε μια Κυβέρνηση Εργατών και Φτωχών Αγροτών, για την ανατροπή του σάπιου καπιταλισμού και την αναγκαία σοσιαλιστική ανοικοδόμηση της κοινωνίας.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ στην υπηρεσία του καθεστώτος


6. Τα αποτελέσματα των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου 2015, διατήρησαν τον ΣΥΡΙΖΑ ως την κύρια πολιτική δύναμη του αστικού πολιτικού καθεστώτος που θα αναλάβει να υλοποιήσει δύο βασικά αστικά καθήκοντα, έχοντας την ανοχή και την σύμπραξη βασικών «κεντροδεξιών» επιτελείων των άλλων κομμάτων του κεφαλαίου: (α) την πιστή εφαρμογή του 3ου μνημονίου με τα νέα εξοντωτικά αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα που θα συνθλίψουν ακόμα περισσότερο το εργατικό και λαϊκό βιοτικό επίπεδο, σπρώχνοντας όλο και περισσότερους στην φτώχεια την ανεργία και την εξαθλίωση. (β) την σταθεροποίηση του πολιτικού αστικού καθεστώτος που για χρόνια τώρα κλυδωνίζεται μέσα στην αστάθεια με κυβερνήσεις μικρής περιόδου. Με πρόσχημα τον «δημοκρατικό εκσυγχρονισμό» θα επιχειρηθεί η προώθηση και η εφαρμογή μεθόδων και μέτρων διοίκησης για πιο σφιχτό έλεγχο των εργατικών και λαϊκών αντιδράσεων.

Αυτό σημαίνει ότι πολύ γρήγορα θα έρθει σε σύγκρουση με τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ καλλιέργησε. Οι εργάτες, οι συνταξιούχοι και οι υπόλοιποι φτωχοί εκμεταλλευόμενοι που με την ψήφο τους του έδωσαν την «δεύτερη ευκαιρία», αντιμέτωποι με την λαίλαπα των νέων μέτρων του 3ου μνημονίου (μέτρα μείωσης των μισθών, των συντάξεων, των ασφαλιστικών και άλλων λιγοστών δικαιωμάτων που έχουν απομείνει) πολύ γρήγορα θα υποχρεωθούν σε δράσεις ενάντια των εκλογικών επιλογών τους, βάζοντας δυναμίτη στις προσπάθειες καθεστωτικής σταθεροποίησης.

Παρά τις βαριές ήττες που δέχτηκαν μέχρι τώρα οι κατακτήσεις των εργαζομένων από την επίθεση του κεφαλαίου, η ιστορία συνεχίζει να δίνει ακόμα την ευκαιρία στο εργατικό κίνημα να ανασυγκροτηθεί και να αντεπιτεθεί αποτελεσματικά. Αρκεί οι κομμουνιστές αγωνιστές να το πιστέψουν και να αναλάβουν στα σοβαρά τον αγώνα για το Ενιαίο Ταξικό Μέτωπο Πάλης.

 

Σ.Χ.

Σχετικά άρθρα