Οι βάσεις του διαλεχτικού και ιστορικού υλισμού
από τον Κ.Μαρξ
Το 1859, ο Καρλ Μαρξ, με μεγαλειώδη και αξεπέραστο τρόπο έδωσε για πρώτη φορά, συμπυκνωμένα και απλά, διατυπωμένα μέσα σε λίγες αράδες στον προλόγο για το βιβλίο του «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», τα θεμέλια της πιο προχωρημένης αντίληψης που έχει φτάσει ποτέ η ανθρώπινη σκέψη. Της επιστημονικής αντίληψης του διαλεχτικού υλισμού. Του πιο ισχυρού εργαλείου με το οποίο η ανθρωπότητα, μπορεί πια, πέρα από μύθους, θρησκοληψίες και δοξασίες, να εξηγεί και να κατανοεί την ιστορική της εξέλιξη, να προσδιορίζει τις αιτίες του καθημερινού της παρόν, να μπορεί καταλαβαίνει και να σχεδιάζει με επιστημονικό τρόπο το μέλλον της. Να μπορεί όχι απλά να ερμηνεύει αλλά και να αλλάζει τον κόσμο.
(Από τον Πρόλογο του βιβλίου του Καρλ Μαρξ
«Κριτική στην Πολιτική Οικονομία», 1859)
Οι βάσεις του διαλεχτικού και ιστορικού υλισμού
από τον Κ.Μαρξ
(Από τον Πρόλογο του βιβλίου του Καρλ Μαρξ
«Κριτική στην Πολιτική Οικονομία», 1859)
…Η πρώτη εργασία που καταπιάστηκα για να διαλύσω τις αμφιβολίες που με κυρίευαν, ήταν μια κριτική αναθεώρηση της χεγκελιανής φιλοσοφίας του Δικαίου. Ήταν μια εργασία που η εισαγωγή της δημοσιεύθηκε στα Deutsch-Franzosishe Jahrbucher*1 στο Παρίσι το 1844. Οι έρευνες μου κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι νομικές σχέσεις, όπως και οι μορφές του κράτους, δεν είναι δυνατόν να εξηγηθούν ούτε από μόνες τους ούτε από τη λεγόμενη γενική εξέλιξη του ανθρώπινου πνεύματος, μα έχουν πιο πολύ τις ρίζες τους στις υλικές σχέσεις της ζωής, που ο Χέγκελ τις συνοψίζει, όπως οι Άγγλοι και οι Γάλλοι του 18ου αιώνα, με το όνομα «κοινωνία των πολιτών», και πως η ανατομία της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να αναζητηθεί στην Πολιτική Οικονομία. Τη μελέτη της Πολιτικής Οικονομίας, που την άρχισα στο Παρίσι, τη συνέχισα στις Βρυξέλες, όπου είχα καταφύγει ως εκτοπισμένος ύστερα από διαταγή του κυρίου Guizot. Το γενικό συμπέρασμα που κατέληξα και που, μια και έγινε κτήμα μου, στάθηκε το καθοδηγητικό νήμα στις μελέτες μου, μπορεί με λίγα λόγια να διατυπωθεί έτσι: στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι έρχονται σε σχέσεις καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέληση τους, σε παραγωγικές σχέσεις που αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο των παραγωγικών αυτών σχέσεων αποτελεί την οικονομική δομή της κοινωνίας, την πραγματική βάση που πάνω σ’ αυτήν υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό οικοδόμημα που σ’ αυτό αντιστοιχούν ορισμένες μορφές της κοινωνικής συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει γενικά την κοινωνική, πολιτική και πνευματική διαδικασία της ζωής. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων αυτό που καθορίζει το είναι τους, μα αντίστροφα, το κοινωνικό τους είναι, είναι αυτό που καθορίζει τη συνείδηση τους.*2 Σε ορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξης τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε σύγκρουση με τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις ή, πράγμα που είναι μόνο η νομική διατύπωση, με τις σχέσεις ιδιοκτησίας που μέσα σ’ αυτές είχαν ως τότε κινηθεί. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, οι σχέσεις αυτές μετατρέπονται σε δεσμά τους. Τότε αρχίζει μια εποχή κοινωνικής επανάστασης. Με την αλλαγή της οικονομικής βάσης ανατρέπεται ολόκληρο το τεράστιο οικοδόμημα με βραδύτερο ή γοργότερο ρυθμό.
Όταν εξετάζουμε τέτοιες ανατροπές, πρέπει να κάνουμε πάντοτε διάκριση ανάμεσα στην υλική ανατροπή των οικονομικών όρων της παραγωγής, που πρέπει να την εξακριβώνουμε με την πιστότητα των φυσικών επιστημών, και τις νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές μορφές, κοντολογίς, τις ιδεολογικές μορφές που μ’ αυτές αποχτούν οι άνθρωποι συνείδηση της σύγκρουσης αυτής και την φέρνουν ως το τέλος. Όσο λίγο είναι δυνατό να κρίνουμε ένα άτομο από την ιδέα που έχει το ίδιο για τον εαυτό του, άλλο τόσο μπορούμε να κρίνουμε και μια τέτοια εποχή ανατροπής από τη συνείδηση που έχει για τον εαυτό της, μα πιο πολύ πρέπει να εξηγήσουμε τη συνείδηση αυτή από τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, από τη σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και τις παραγωγικές σχέσεις. Ένας κοινωνικός σχηματισμός δεν εξαφανίζεται ποτέ, πριν αναπτυχθούν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που είναι ικανός να αναπτύξει, και ποτέ δεν παίρνουν τη θέση τους καινούριες, ανώτερες παραγωγικές σχέσεις, πριν εκκολαφθούν μέσα στους κόλπους της ίδιας της παλιάς κοινωνίας οι υλικοί όροι για την ύπαρξη τους.
Κατά συνέπεια, η ανθρωπότητα θέτει πάντοτε στον εαυτό της μόνο τα προβλήματα που μπορεί να λύσει, γιατί αν κοιτάξουμε καλύτερα θα βρούμε πάντοτε πως και το ίδιο το πρόβλημα ξεπηδά μόνο εκεί όπου διαμορφώθηκαν κιόλας οι υλικοί όροι για τη λύση του, ή τουλάχιστο βρίσκονται στη διαδικασία της γένεσης τους. Σε αδρές γραμμές ο ασιατικός, ο αρχαίος, ο φεουδαρχικός και ο σύγχρονος καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής μπορούν να χαρακτηρισθούν εποχές προόδου στην οικονομική εξέλιξη της κοινωνίας. Οι αστικές παραγωγικές σχέσεις είναι η τελευταία ανταγωνιστική μορφή της κοινωνικής παραγωγικής διαδικασίας και είναι ανταγωνιστική, όχι με τη μορφή ατομικών ανταγωνισμών, μα με την έννοια ενός ανταγωνισμού που οφείλεται στις κοινωνικές συνθήκες της ζωής των ατόμων. Οι παραγωγικές όμως δυνάμεις που αναπτύσσονται στους κόλπους της καπιταλιστικής κοινωνίας, δημιουργούν ταυτόχρονα και τους υλικούς όρους για τη λύση του ανταγωνισμού αυτού. Με τον κοινωνικό αυτόν σχηματισμό κλείνει κατά συνέπεια η προϊστορία της ανθρώπινης κοινωνίας.
Ο Φρίντριχ Έγκελς που μαζί του αντάλλασσα τακτικά ιδέες, από τότε που δημοσίευσε το μεγαλόπνοο δοκίμιο του για την κριτική των οικονομικών κατηγοριών (στα Deutsch-Franzosishe Jahrbucher είχε φτάσει και αυτός από άλλο δρόμο (βλ. το έργο του Η Θέση των εργατικών τάξεων στην Αγγλία) στο ίδιο με μένα συμπέρασμα….
Καρλ Μαρξ
Από τον Πρόλογο του βιβλίου
«Κριτική στην Πολιτική Οικονομία», 1859
(Εκδόσεις «Εργατική Πάλη» σελ. 15-17)
_____________________________
*1. Γερμανο-γαλλικά Χρονικά: Εκδίδονταν από τον Μαρξ και τον Arnold Ruge στο Παρίσι στη γερμανική γλώσσα. Κυκλοφόρησε μόνο το πρώτο διπλό τεύχος, τον Φλεβάρη του 1844 και η έκδοσή του διακόπηκε.
*2. Στη Γερμανική Ιδεολογία διαβάζουμε: «Η ηθική, η θρησκεία, η μεταφυσική και κάθε άλλη ιδεολογία καθώς και οι μορφές συνείδησης που αντιστοιχούν σ’ αυτές, δεν διατηρούν πια την όψη της ανεξαρτησίας. Δεν έχουν ιστορία, δεν έχουν εξέλιξη. Είναι οι άνθρωποι που αναπτύσσοντας την υλική παραγωγή και τις υλικές σχέσεις, μεταβάλλουν ταυτόχρονα και τη δική τους πραγματικότητα, τον τρόπο που σκέπτονται και τις ιδέες τους. Δεν καθορίζει η συνείδηση τη ζωή, η ζωή καθορίζει τη συνείδηση (Werke, τόμ. 3, σελ. 26).